Εκείνο, λοιπόν, στο οποίο θέλω να εστιάσω με το παρόν άρθρο, όπως σίγουρα καταλάβατε, είναι η ανάγκη εκπαίδευσης όλων μας, και ειδικότερα των ποδοσφαιριστών (και κάθε αθλητή), στις πρώτες βοήθειες, καθώς θεωρώ απίθανο να μην υπάρξει έστω και μια φορά στη ζωή μας που θα μας χρειαστούν, εντός ή εκτός γηπέδου. Μου φαίνεται οξύμωρο το γεγονός ότι αν και ασχολούνται χιλιάδες άνθρωποι με τον ερασιτεχνικό αθλητισμό στη χώρα μας, εκείνη βρίσκεται ανάμεσα στις χώρες με τους λιγότερους εκπαιδευμένους πολίτες στη χρήση απινιδωτή ή στην παροχή των βασικών πρώτων βοηθειών. Έχοντας λοιπόν αυτόν τον προβληματισμό και συζητώντας με τον υπεύθυνο εκπαιδευτή του StopHeartAttack, Γιώργο Κούτσικο, αποφάσισα να αναρτήσω αυτό το άρθρο για να αναφερθώ στο πρόγραμμα που τρέχει η Uefa σε συνεργασία με τον European Resuscitation Council για την εκπαίδευση των αθλητών στην Ευρώπη. Στην περιοχή μας το πρόγραμμα πραγματοποιείται από την ομάδα του StopHeartAttack και το έχει παρακολουθήσει ήδη η ακαδημία του Olympico, στη Λιβαδειά, στις 16 Δεκεμβρίου 2024. Για περισσότερες πληροφορίες σχετικά με αυτό επικοινήστε στο Info.StopHeartAttack@gmail.com ή δείτε την ιστοσελίδα www.stopheartattack.gr. Φροντίστε να παρακολουθήσει και η δική σας ομάδα το πρόγραμμα, καθώς... των φρονίμων τα παιδιά, "πριν την πατήσουν" εκπαιδεύονται!
Των φρονίμων τα παιδιά... "πριν την πατήσουν" εκπαιδεύονται!
Περί αχυρώνων....
Ευτυχώς, η κατάσταση δεν είναι παντού τραγική. Αρκετοί δήμοι τα τελευταία χρόνια έχουν καταφέρει να εκμεταλλευτούν κονδύλια (ή ανταποδοτικά έργα) και να δημιουργήσουν γήπεδα που κοσμούν τον τόπο τους αλλά και το βοιωτικό ποδόσφαιρο. Στην αντίπερα όχθη όμως, ένα μεγάλο μέρος των ποδοσφαιρικών γηπέδων και σταδίων του τόπου μας παρουσιάζουν εικόνα εγκατάλειψης, καθώς η κρατική μηχανή αδιαφορεί επιδεικτικά γι' αυτά και η όποια τιτάνια προσπάθεια συντήρησής τους πέφτει στους παράγοντες των ομάδων που γίνονται καθαριστές, συντηρητές και.. εργολάβοι, για να μπορέσουν να διατηρήσουν τις καλύτερες δυνατές συνθήκες, δαπανώντας χρήματα από το ταμείο της ομάδας, αλλά και από την τσέπη τους.
Οι συνθήκες αυτές συνήθως είναι γενικές και δεν αφορούν μόνο τα αποδυτήρια, τον αγωνιστικό χώρο ή τις εξέδρες. Τάπητες πλαστικοί, φθαρμένοι, δεκαπενταετίας, ό,τι πρέπει για πόνους και τραυματισμούς στα γόνατα! Φυσικά γκαζόν, που μόνο γκαζόν δεν είναι, με λακκούβες που προξενούν διάστρεμμα δευτέρου βαθμού το λιγότερο! Αποδυτήρια που θυμίζουν συνθήκες στρατοπέδων του '40, με σοβάδες πεσμένους, με μπάνια που σιχαίνεσαι να βλέπεις και τουαλέτες που ούτε... τα μικρόβια δεν πλησιάζουν. Αυτές είναι οι συνθήκες που καλούνται να αντιμετωπίσουν τις περισσότερες φορές οι ερασιτέχνες ποδοσφαιριστές και διαιτητές κάθε Κυριακή, ξεπερνώντας οποιονδήποτε φόβο τους για πιθανή μετάδοση ασθενειών, μολύνσεων κτλ.
Αναζητώντας τις αιτίες της συγκεκριμένης κατάστασης και συζητώντας το θέμα με αρκετούς παράγοντες καταλήγουμε πάντα στο ίδιο συμπέρασμα. Κύρια αιτία της κατάστασης είναι η αδιαφορία των δημοτικών αρχών και υπηρεσιών για τις αθλητικές εγκαταστάσεις του τόπου, αλλά και η πολιτική ταυτότητα των εκάστοτε παραγόντων. Κι όμως! Στην Ελλάς του 2000 (που υποτίθεται πως γίναν όλοι βασιλιάδες), ο Έλληνας βλέπει τις ανάγκες του τόπου του με μικροπολιτική σκοπιμότητα, επειδή επιθυμεί να κάνει αντιπολίτευση στον τάδε ή τον δείνα παράγοντα που έχει διαφορετικές αντιλήψεις από εκείνον και στήριξε άλλον δήμαρχο ή πρόεδρο στις εκλογές από αυτόν που διοικεί. Προσοχή! Το φαινόμενο είναι διαχρονικό και σε καμία περίπτωση δεν αναφέρεται σε πρόσωπα και καταστάσεις μόνο του σήμερα. Ίσχυε και ισχύει, αφού τα έργα τις περισσότερες φορές σχετίζονται άμεσα με τα αποτελέσματα της κάλπης.
Πού καταλήγουμε, λοιπόν; Τα γήπεδα είναι καθρέφτης της κοινωνίας στην οποία ζούμε και όσο εμείς οι ίδιοι δεν αντιδρούμε, τόσο χειρότερες θα γίνονται οι συνθήκες τους, κάνοντας με την απάθειά μας τα μέρη στα οποία ρισκάρουμε τα πόδια μας, χύνουμε τον ιδρώτα μας, ψυχαγωγούμε τα παιδιά μας και τον εαυτό μας να μοιάζουν με... αχυρώνες!
Της εξέδρας τα... καμώματα!
Μια τέτοια συμπεριφορά, καθόλου σπάνια ακόμη και σήμερα, δημιουργεί "luben" καταστάσεις με τις οποίες γελάμε βλέποντάς τες να γίνονται "viral" στα κοινωνικά δίκτυα, αλλά σίγουρα δεν τιμούν κανέναν. Η παρακολούθηση ενός ποδοσφαιρικού αγώνα σίγουρα αυξάνει την αδρεναλίνη των θεατών, δοκιμάζει την υπομονή τους και τους προκαλεί εναλλασσόμενα συναισθήματα. Το να εκτοξεύουν όμως ύβρεις που θίγουν, μειώνουν και προσβάλλουν ένα σύνολο ερασιτεχνών που βρίσκονται εντός γηπέδου, αναφερόμενοι σε μητέρες, πατέρες, οικογένειες, θεία κτλ. δεν αποτελεί λύση. Κανείς δεν είναι διατεθειμένος να ακούει να υβρίζονται αγαπημένα του πρόσωπα (που μπορεί να έχουν αποβιώσει) για χάρη εκτόνωσης του καθενός που αποβάλλει με αυτόν τον τρόπο κόμπλεξ, συσσωρευμένο θυμό ή πίεση που μπορεί να έχει εξαιτίας άλλων παραγόντων.
Και δηλαδή τώρα μας λες να καθόμαστε "κυρίες", θα σκεφτείς! Όχι, δεν λέω ότι πρέπει να είμαστε αμίλητοι στο γήπεδο. Υποστηρίζω πως πρέπει οι εκάστοτε διαμαρτυρίες να είναι εντός του ανεκτού. Να γίνονται με τρόπο που δεν προσβάλλουν τον ποδοσφαιριστή, τον διαιτητή ή οποιονδήποτε άλλον. Με το να βρίζουμε, σε σημείο προσβολής, δεν κάνουμε κάποιον να μας φοβάται. Αντιθέτως, πολλές φορές προκαλούμε αλυσιδωτές αντιδράσεις που μπορεί να έχουν τα εντελώς ανάποδα αποτελέσματα (πίεση στην ομάδα, επικίνδυνα μαρκαρίσματα, υπερβολική αυτοπεποίθηση κτλ.), και, κάθε άλλο παρά ευνοούν την ομάδα μας, καθώς οξύνουν τα πνεύματα. Οι ποδοσφαιριστές και θα εμπλακούν και θα έχουν αγωνιστική σύγκρουση! Οι διαιτητές, ως άνθρωποι, θα κάνουν λάθη! Αμφότεροι δικαιολογούνται λόγω των συνθηκών αγώνα και των ανεβασμένων παλμών. Η εκτός ορίων φρασεολογία των φιλάθλων όμως είναι αδικαιολόγητη! Ας αφήσουμε και καμιά κουβέντα ή σφύριγμα "να πέσει κάτω..."! Ίσως μας βγει σε καλό...
Αδικούντες και αδικημένοι...
Είναι βέβαιο ότι τα διαιτητικά λάθη δεν έχουν πάντα την ίδια γενεσιουργό αιτία, καθώς αυτές ποικίλουν ανάλογα με τις ομάδες που αγωνίζονται, την εμπειρία και την προσωπικότητα αυτών που σφυρίζουν. Μελετώντας λίγο παραπάνω το θέμα και προσπαθώντας να προχωρήσουμε σε μια βαθύτερη ανάλυσή του, καταλήγουμε στο συμπέρασμα πως οι παράγοντες που καθορίζουν τα διαιτητικά λάθη στα ερασιτεχνικά πρωταθλήματα είναι τρεις: α) η εμπειρία, β) ο ανθρώπινος παράγοντας και γ) η ιδιοσυγκρασία κάποιων διαιτητών.
Όσον αφορά την έλλειψη εμπειρίας, το πράγμα είναι ξεκάθαρο. Οι παραστάσεις που λαμβάνει με το πέρασμα των χρόνων ένας διαιτητής από τα γήπεδα τον βοηθούν να βελτιώνεται και να εξελίσσεται, αρκεί να δείχνει την απαραίτητη αγάπη και το αντίστοιχο ενδιαφέρον για αυτό που κάνει. Αυτός είναι και ο λόγος που δικαιολογούνται συνήθως ηλικιακά και αγωνιστικά "νέοι" διαιτητές, αφού αναμένεται πως με το πέρασμα των χρόνων θα βελτιωθούν και θα μοιράζουν σωστά την "ποδοσφαιρική πίτα" ενός αγώνα. Εννοείται όμως πως κι εκείνοι, όπως και οι ποδοσφαιριστές, είναι άνθρωποι και, θέλοντας ή μη, θα υποπέσουν σε λάθη που οφείλονται σε ξεκάθαρα φυσικούς παράγοντες (π.χ. στιγμιαία έλλειψη προσοχής, λάθος τοποθέτηση στη φάση, απότομη εναλλαγή παιχνιδιού κ.ά.) οι οποίοι είναι πάντα υπαρκτοί, ιδιαίτερα στα τοπικά πρωταθλήματα που τα μέσα είναι πενιχρά. Σε αυτές τις περιπτώσεις τα λάθη συγχωρούνται, αρκεί να μην γίνονται επαναλαμβανόμενα, γιατί τότε εκνευρίζουν ποδοσφαιριστές, παράγοντες και φιλάθλους, που έχοντας ανεβασμένους παλμούς, διαπιστώνουν την αφηρημάδα του διαιτητή ή πιστεύουν λανθασμένα πως σφυρίζει με δόλο εναντίον τους. Με μία λέξη, λοιπόν, τους διαιτητές που ανήκουν στις παραπάνω κατηγορίες θα τους χαρακτηρίζαμε ως "αδικημένους" από όσους σπεύδουν να τους λοιδορήσουν μετά από το πέρας ενός αγώνα.
Πάμε όμως τώρα στους... αδικούντες. Σε αυτούς ανήκουν κυρίως διαιτητές με αρκετή εμπειρία, οι οποίοι μετάβαλλουν τα διαιτητικά τους σφυρίγματα ανάλογα με τις ομάδες που σφυρίζουν κάθε φορά. Είναι εκείνοι που μεταλλάσσουν την συμπεριφορά τους σαν χαμαιλέοντες και, εκεί που τη μία αγωνιστική σε αδικούν κατάφορα, την επομένη ενδεχομένως να σε βοηθήσουν να πάρεις αποτέλεσμα μόνο και μόνο επειδή ο αντίπαλος τούς είναι λιγότερο "συμπαθής" από εκείνον της προηγούμενης αγωνιστικής. Μάλιστα, στην ίδια κατηγορία εντάσσονται κι εκείνοι που παρουσιάζονται εριστικοί και εγωπαθείς, έχοντας μεγάλη ιδέα για τον εαυτό τους, επειδή διευθύνουν ποδοσφαιρικούς αγώνες που τους διαφεύγει πως δεν θα διεξάγονταν ποτέ χωρίς τον ιδρώτα παραγόντων και ποδοσφαιριστών. Αυτούς τους τελευταίους θέλουμε να αποφύγουμε όσοι αγαπάμε το τοπικό ποδόσφαιρο.
Εν κατακλείδι, η διαιτησία ανέκαθεν αποτελούσε και θα συνεχίσει να αποτελεί θέμα συζήτησης για τους ποδοσφαιρόφιλους, οι οποίοι πάντα κρίνουμε "με δύο μέτρα και δύο σταθμά" (για να μην βγάζουμε την ουρά μας απ' έξω). Εκείνο όμως που πρέπει να περιοριστεί είναι η ανατροφοδότηση του θέματος από τους ιδίους τους διαιτητές, οι οποίοι οφείλουν να θέτουν ως στόχο την σταθερή βελτίωση της απόδοσής τους και όχι της... κομπορρημοσύνης τους.
Τα βάσανα ενός παράγοντα...!
Το πρώτο πράγμα που καλείται να αντιμετωπίσει όποιος ενδιαφερθεί να ασχοληθεί με τη διοίκηση ενός σωματείου είναι η γραφειοκρατία, ειδικά αν η προσπάθεια αυτή ξεκινά από το μηδέν. Οι επισκέψεις σε δικηγόρους με γνώσεις επί του θέματος για την δημιουργία του κατασταστικού, καθώς και η έκδοση διάφορων πιστοποιητικών από το Πρωτοδικείο της περιοχής γίνονται καθημερινός "πονοκέφαλός" του επί σειρά ημερών, που αυξάνεται αν θέλει να περιορίσει το κόστος της προσπάθειας μειώνοντας την εργασία και την αμοιβή του νομικού εκπροσώπου. Επιπλέον, η εγγραφή της ομάδας στο Μητρώο της Γενικής Γραμματείας είναι μια εξίσου απαιτητική διαδικασία που χρειάζεται αρκετό από τον περιορισμένο ελεύθερο χρόνο που πιθανότατα διαθέτει στην καθημερινότητά του. Απολογισμοί, προϋπολογισμοί, ελεγκτικές εκθέσεις, συμφωνητικά, πιστοποιητικά μεταβολών, δελτία ποδοσφαιριστών, κάρτες υγείας, κάρτα προπονητή κ.ά. τον απασχολούν κάθε χρόνο, ενώ στις ετήσιες υποχρεώσεις είναι και η συγκέντρωση των εγγράφων για τη δηλώση της ομάδας στο πρωτάθλημα.
Και αφού ολοκληρωθεί η διαδικασία των εγγράφων και η ομάδα είναι έτοιμη για το προσεχές πρωτάθλημα, αρχίζει η αναζήτηση παικτών, προπονητή και... χρημάτων. Ο εντοπισμός ποδοσφαιριστών είναι κάτι παραπάνω από δύσκολος σήμερα, αφού αν ο τοπός δεν έχει "δικά του παιδιά" για να στηριχθεί με έμψυχο δυναμικό η ομάδα, το εγχείρημα απειλείται με κατάρρευση λόγω της ευρύτερης λειψανδρίας που παρουσιάζει το τοπικό ποδόσφαιρο. Όσον αφορά τον προπονητή, η επιλογή δεν είναι εύκολη, μιας και οι τιμές και τα "θέλω" του καθενός ποικίλλουν, όπως είναι φυσιολογικό, με την επιλογή να εξαρτάται άμεσα από τον προϋπολογισμό που θέτει το συμβούλιο. Εδώ ξεκινούν και τα δύσκολα, καθώς οι οικονομικές εισροές μιας ερασιτεχνικής ομάδας προκύπτουν κυρίως από την πραγματοποίηση εκδηλώσεων, την στήριξη από τοπικές επιχειρήσεις, την πώληση εισιτηρίων και τις χορηγίες βιομηχανιών, που ίσως υπάρχουν στην περιοχή. Επομένως, είναι κατανοητό πως οι εποχές λιτότητας που βιώνουμε περιορίζουν τα έσοδα των ομάδων που εξαρτούν τα έσοδά τους από τρίτους.
Και ας υποθέσουμε πως λύθηκαν και τα παραπάνω προβλήματα και το πρωτάθλημα ξεκινά. Κάθε παράγοντας οφείλει να δεσμεύσει μία μέρα από το σαββατοκύριακό του ώστε να ακολουθήσει την αποστολή της ομάδας, ενώ, ανάλογα με τον ρόλο που έχει αναλάβει, πρέπει να βρεθεί στις προπονήσεις της και με την παρουσία του να δίνει δύναμη στους παίκτες, αντιμετωπίζοντας και την πιθανή γκρίνια που μπορεί να προκύπτει, πράγμα που πολλές φορές τον φέρνει σε δύσκολη θέση. Επίσης, οφείλει να έχει "τα μάτια του δεκατέσσερα", εξασφαλίζοντας όλα τα απαραίτητα που χρειάζονται για να γίνει μια άρτια και ασφαλή προπόνηση, ενώ πρέπει να κανονίσει την ύπαρξη καθαρών στολών (συνήθως να βάλει πλυντήριο δηλαδή) και την ύπαρξη γιατρού στο γήπεδο (εφόσον είναι εντός έδρας). Τέλος, το εβδομαδιαίο πρόγραμμά του θα περιέχει τουλάχιστον μία επικοινωνία με τα γραφεία της Ένωσης, τουλάχιστον μία επίσκεψη στο κατάστημα αθλητικών ειδών την περιοχής (έστω και για μια κάλτσα!), τουλάχιστον μια βόλτα στο κέντρο της πόλης για μικροπράγματα (π.χ. εξοπλισμός φαρμακείου) και τουλάχιστον δύο ώρες συζήτησης με τον προπονητή της ομάδας για τα θέματα που δημιουργούνται. Αν μάλιστα χαθεί και ο αγώνας του σαββατοκύριακου, χάνει και κι αυτός τον ύπνο του, απογοητεύεται!
Και τώρα θα αναρωτηθείτε... Αφού το συμβούλιο αποτελείται από τουλάχιστον πέντε άτομα ρε "Τοπικάκια" γιατί μας παρουσιάζεις τον ρόλο του παράγοντα ως κάτι το δύσκολο; Εδώ κρύβεται το σημαντικότερο πρόβλημα! Όπως αποδεικνύει η πραγματικότητα, σπάνια ασχολούνται ενεργά ταυτοχρόνως με μια ομάδα πάνω από τρία άτομα. Αυτό συμβαίνει είτε γιατί δεν επιτρέπει το εργασιακό ωράριο τον κοινό συντονισμό των διοικούντων, είτε γιατί εμφανίζονται ανειλημμένες υποχρεώσεις που απομακρύνουν κάποιους, είτε γιατί ορισμένοι δεν χαλάνε τη "ζαχαρένιά" τους για κανέναν.
Επομένως, να ξέρετε πως όσοι ασχολούνται ενεργά με το τοπικό ποδόσφαιρο ως παράγοντες και έχουν αγαθούς σκοπούς αφιερώνουν χρόνο, χρήμα και ψυχική ενέργεια για το άθλημα και τον τόπο που αγαπούν. Γι' αυτό στηρίξτε την προσπάθειά τους, πηγαίνετε στο γήπεδο και βοηθήστε με τον τρόπο σας να συντηρούνται και να προοδεύουν οι προσπάθειες των ομάδων.
Η λειψανδρία του τοπικού ποδοσφαίρου!
Πολλοί παρουσιάζουν ως αιτία το γεγονός πως το ποδόσφαιρο αποτελεί καθρέφτη της κοινωνίας και ακολουθεί την ίδια καθοδική πορεία με εκείνη εξαιτίας της λιτότητας, κάτι που ασφαλώς ισχύει εν μέρει, αλλά δεν δικαιολογείται από τα ανοδικά ποσοστά συμμετοχής σε άλλα αθλήματα (π.χ. μπάσκετ, βόλει κτλ.) και από τον μεγάλο αριθμό νεαρών ποδοσφαιριστών που φοιτούν στις εκάστοτε ακαδημίες ποδοσφαίρου. Άλλοι πάλι, εκφράζουν την άποψη πως η διαμορφωμένη κατάσταση της λειψανδρίας οφείλεται στις τάσεις πρωταθλητισμού πολλών τοπικών ομάδων που προτιμούν να αποκτούν παίκτες με δεδομένες ποδοσφαιρικές αρετές, για να διεκδικήσουν το κάτι... παραπάνω, αδιαφορώντας για "τα δικά τους παιδιά", άποψη που έχει κάποια ισχυρά ερείσματα, αλλά ισχύει σε μικρό ποσοστό ομάδων. Επίσης, κάποιοι προβάλλουν τον ισχυρισμό πως οι γρήγορες συνθήκες ζωής και η υπερεργασία εξαντλεί τους "άλλοτε ποδοσφαιριστές" και περιορίζει τον ελεύθερο χρόνο τους για να κατέβουν στα γήπεδα, θέση που δεν απέχει από την πραγματικότητα, όμως δεν αποτελεί την καθαυτό αιτία.
Κατά την άποψή μου, η δυσκολία εύρεσης ποδοσφαιριστών (ταλαντούχων και μη) σχετίζεται με την ευρύτερη αλλαγή της κουλτούρας του Έλληνα και έχει παιδευτική βάση. Από τη Γενιά Ζ (γεννηθέντες μετά το 2000) και μετέπειτα οι νέοι μεγαλώνουν σε ένα διαρκώς μεταβαλλόμενο και υπερπροστατευτικό περιβάλλον στο οποίο τους προσφέρονται όλα απλόχερα και αρνούνται να προσπαθήσουν να κατακτήσουν το οτιδήποτε, ακόμα και την πραγματική γνώση. Απότοκο αυτού είναι να μην μπορούν να δεχθούν τον ανταγωνισμό του ποδοσφαίρου, να αγνοούν τους όρους, υπευθυνότητα, σεβασμός και εργατικότητα, ή να τους φοβίζει η σωματική δύναμη που ασκείται σε αυτό και έτσι να προτιμούν κατά την ενηλικίωσή τους να στραφούν σε άλλα αθλήματα ή ακόμη και να εγκαταλείψουν εντελώς τον αθλητισμό. Μάλιστα, η απόφαση αυτή έρχεται πολλές φορές με την ευλογία των γονιών που είτε δεν μπορούν να βλέπουν τα παιδιά τους στον πάγκο, είτε φοβούνται να μην χτυπήσουν. Εννοείται πως τα παραπάνω δεν ισχύουν σε όλες τις περιπτώσεις, αλλά σίγουρα το γεγονός πως οι νέοι δεν δέχονται "μύγα στο σπαθί τους", βλέπουν τα πάντα χρησιμοθηρικά, θέλουν να είναι "ή βασικοί ή τίποτα" και προτιμούν να εγκαταλείψουν από το να προσπαθήσουν παίζει τον ρόλο του. Όπως και να 'χει, από το τοπικό ποδόσφαιρο λείπει το έμψυχο δυναμικό και, αν συνεχιστεί αυτή η κατάσταση, είναι πιθανό σε ορίζοντα δεκαετίας να αναφερόμαστε σε αυτό με παρελθοντικούς ρηματικούς χρόνους.
Έπεστρεψε μετά από 25 χρόνια σαν... Θύελλα!
Είναι χαρακτηριστικές και άξιες συγχαρητηρίων οι προσπάθειες που γίνονται τα τελευταία χρόνια στις ερασιτεχνικές κατηγορίες της Βοιωτίας να αναγεννηθούν ιστορικές ομάδες. Άνθρωποι που αγαπούν το ποδόσφαιρο και έχουν μόνο θετικές αναμνήσεις από τη συμμετοχή των τοπικών ομάδων τους στα πρωταθλήματα της Ε.Π.Σ.Β. αποφασίζουν να πάνε κόντρα στη λιτότητα, στην αδυναμία εύρεσης παικτών και στις ευρύτερες "γκρίνιες" που μπορεί να δημιουργήσει μια προσπάθεια επανασύστασης ενός σωματείου, για να βιώσουν εκ νέου όλα εκείνα τα συναισθήματα που προκαλούν τα κυριακάτικα ραντεβού στα γήπεδα.
Αναμφίβολα όμως, μια προσπάθεια που χρήζει συγχαρητηρίων από όλους είναι εκείνη της Θύελλας Ξηρονομής και αυτό κυρίως, όχι επειδή επανασυστάθηκε μετά από 25 χρόνια (!), αλλά διότι αντιπροσωπεύεται από τους μόλις 328 κατοίκους ενός χωριού (στοιχεία απογραφής 2021), οι οποίοι στηρίζουν αυτήν την προσπάθεια μαζί με πολλούς ανθρώπους που βρίσκονται μακριά από τον τόπο τους αλλά δεν τον ξεχνούν. Για να καταλάβει κανείς το κατόρθωμά τους, αρκεί να κατανοήσει πως το μεγαλύτερο μέρος του περιορισμένου ρόστερ της είναι παιδιά που κατοικούν στην Αθήνα και συναντιούνται με τους ντόπιους ποδοσφαιριστές στον Αυλώνα (όλοι ερασιτέχνες), μία φορά την εβδομάδα, για να κάνουν προπόνηση υπό τις οδηγίες του Βαγγέλη Γκιόκεζα. Σε πολλούς μπορεί αυτό να ακούγεται κάτι φυσιολογικό, αλλά όσοι έχουν διατελέσει παράγοντες αντιλαμβάνονται σίγουρα τις δυσκολίες του εγχειρήματος.
Ευχόμαστε, λοιπόν, τα καλύτερα στην ομάδα της Θύελλας που την περασμένη αγωνιστική κατάφερε να σημειώσει τα πρώτα της γκολ και να πάρει τον πρώτο της βαθμό για το πρωτάθλημα, ενώ συγχαίρουμε τον προπονητή της που μιλά πάντα με θαυμασμό και υπερηφάνεια για αυτήν την προσπάθεια. Καλή συνέχεια στο δύσκολο έργο σας!
